Το Κολυβαδικό Κίνημα του 18 ου αιώνα υπήρξε ένας σημαντικός ιστορικός σταθμός στην εκκλησιαστική μας ιστορία, καθ’ ότι διαδραμάτισε ισχυρό ανανεωτικό ρόλο στην Ορθοδοξία μας, η οποία ασφυκτιούσε από τις παρεμβάσεις της αιρετικής δυτικής χριστιανοσύνης.
Ένα από τα κύρια πρόσωπα αυτού του κινήματος υπήρξε ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος. Ένας μεγάλος άγιος της Εκκλησίας μας και διδάσκαλος του Γένους. Γεννήθηκε το 1722 στο Κώστο της Πάρου. Ο πατέρας του ονομαζόταν Απόστολος Τούλος και η μητέρα του Κωστιανή, οι οποίοι του διδάξαν τη ευσέβεια και φρόντισαν να τον σπουδάσουν.
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο Κώστο και στη συνέχεια φοίτησε Σχολή της Μονής Αγίου Αθανασίου Ναούσης Πάρου ή στη Σχολή Παναγίου Τάφου στη Σίφνο. Στα 1745, ο ίδιος 23 χρονών πήγε στη Σμύρνη για να ανώτερες σπουδές στην εκεί φημισμένη «Ευαγγελική Σχολή», για έξι χρόνια.
Το 1751 πήγε στο Άγιο Όρος και γράφηκε στην περίφημη «Αθωνιάδα Σχολή», όπου δίδασκαν ο ξακουστός δάσκαλος Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης και αργότερα ο μεγάλος Ευγένιος Βούλγαρης. Εκεί σπούδασε Θεολογία, Φιλολογία και τις θετικές επιστήμες.
Έχοντας επίσης άσβεστη δίψα για μάθηση, επισκέπτονταν τις βιβλιοθήκες των Μονών και εμπλούτιζε τις γνώσεις του. Παράλληλα βίωνε την ορθόδοξη πνευματικότητα της αγιορείτικης ζωής και ιδιαίτερα τη Θεία Λατρεία. Εξασκούνταν στη ρητορική και την ομιλητική για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο υπόδουλο Γένος.
Οι καθηγητές του και οι συμφοιτητές του τον θαυμάζουν. Ο Ευγένιος Βούλγαρης τον καθιστά συνεργάτη του. Μάλιστα το έτος 1757 διετέλεσε καθηγητής στην Σχολή. Η φήμη του βγήκε και εκτός Αγίου Όρους. Διάφορες Σχολές τον ζητούσαν για καθηγητή τους. Τα έτη 1758-1762 δίδαξε και έγινε διευθυντής της Σχολής Θεσσαλονίκης.
Αλλά δυστυχώς το 1762 έκλεισε η Σχολή λόγω επιδημίας. Από εκεί πήγε στην Κέρκυρα, να συμπληρώσει τις σπουδές του κοντά στον ονομαστό δάσκαλο Νικηφόρο Θεοτόκη. Κατόπιν, όντας ο ίδιος 40 ετών, προκλήθηκε να διδάξει στο Μεσολόγγι από τον φίλο του Παναγιώτη Παλαμά, στην εκεί «Παλαμιαία Σχολή» που είχε ιδρύσει το 1760. Στα 1771 πήρε επιστολή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με την οποία διορίζονταν διευθυντής της «Αθωνιάδας Σχολής» στο Άγιο Όρος, ως διάδοχος του Ευγενίου Βούλγαρη.
Ο Αθανάσιος δέχτηκε και ως το 1777 διέλαμψε στην ονομαστή Σχολή. Ήταν τα πλέον γόνιμα χρόνια της ζωής του. Εκεί γνωρίστηκε με τον Μακάριο Νοταρά, μια επίσης μεγάλη πνευματική προσωπικότητα της εποχής εκείνης και πρωτοπόρο «Κολλυβά». Αυτός τον προέτρεψε να χειροτονηθεί πρεσβύτερος, ο οποίος δέχτηκε. Ήταν 55 ετών.
Στα χρόνια εκείνα βρισκόταν σε κορύφωση το Κολλυβαδικό Κίνημα στο Άγιο Όρος. Οι παράταξη των Κολλυβάδων διώκονταν με πείσμα από τους αντικολλυβάδες. Αυτό λυπούσε τον Αθανάσιο και δυσανασχετούσε για τις διώξεις τους.
Ο ίδιος εντάχτηκε στο κίνημα των Κολλυβάδων και άρχισαν οι διώξεις εναντίον του. Παραιτείται από την «Αθωνιάδα Σχολή» και επιστρέφει στην Θεσσαλονίκη όπου δίδαξε και πάλι από το 1777 έως το 1783.
Παράλληλα κήρυττε από άμβωνος σε διάφορους ναούς. Στα 1783 έλαβε επιστολή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να αναλάβει τη διεύθυνση της Πατριαρχικής Σχολής στην Κωνσταντινούπολη, αλλά δεν αποδέχτηκε την θέση. Στα 1786, 64 χρονών, αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του την Πάρο.
Αλλά δεν κατόρθωσε να φτάσει στον προορισμό του. Λόγω του ρωσοτουρκικού πολέμου, το πλοίο, που τον μετέφερε, αναγκάστηκε να αλλάξει πορεία και αγκυροβόλησε στην Χίο για μεγάλο διάστημα. Ο Αθανάσιος αποσύρθηκε στο «Κάθισμα» της Μονής Αγίας Τριάδος. Εκεί βυθίστηκε στην προσευχή, την περισυλλογή και την πνευματική άσκηση, περιμένοντας να τελειώσει ο πόλεμος.
Αλλά οι Χιώτες πληροφορήθηκαν την εκεί παρουσία του και επειδή η Σχολή της Χίου ήταν ακέφαλη, τον παρότρυναν να αναλάβει αυτός την διεύθυνσή της. Ο Αθανάσιος αρνείται, διότι έχει άλλα σχέδια. Στο τέλος δέχεται, όταν του γνώρισαν τις σχέσεις του με τον Μακάριο Νοταρά και την φιλία του με τον Μητροπολίτη Χίου Γαβριήλ. Διδάσκει με πάθος στη Σχολή, στην οποία προσδίνει φήμη και κύρος.
Εκεί συγγράφει τα σπουδαιότερα έργα του, όπως την Ρητορική Πραγματεία του Ερμογένους, την Δογματική του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού και την Λογική του Ευγενίου Βούλγαρη. Έμεινε στη Χίο τριάντα χρόνια, ως το 1812 και έφτασε στην ηλικία των 90 χρονών.
Ζήτησε και τον απάλλαξαν από τα διδακτικά και διευθυντικά του καθήκοντα και του όρισαν μισθό, όσο θα ζούσε. Ήρθε ο καιρός να μεταβεί επί τέλους στην Πάρο. Όμως ο λαός της Χίου του έφραξε το δρόμο να μην φύγει από το νησί τους. Ο Αθανάσιος υπέκυψε στη θέλησή τους, το οποίο εξέλαβε ως θέλημα του Θεού και πήρε την απόφαση να μείνει για πάντα στη Χίο.
Αποσύρθηκε στη Μονή του Αγίου Γεωργίου στα Ρεστά Χίου, σε ένα απόμερο μέρος. Μαζί του ησύχαζαν ο μαθητής του και φίλος του Νικηφόρος και ο διάκονος Ιωσήφ από τα Φουρνά Ευρυτανίας, ο οποίος είχε χρηματίσει δάσκαλος στη Σχολή. Εκεί ο Αθανάσιος, παρ’ όλο το προχωρημένο της ηλικίας του, ασκούνταν σκληρά, προσευχόμενος, αγρυπνώντας και νηστεύοντας.
Παράλληλα συνέχιζε το συγγραφικό θεολογικό του έργο. Όταν ξεκίνησε να γράφει το σύγγραμμά του «Περί της προς τον Θεόν αγίας Πίστεως και Περί του τις εστιν η αληθινή φιλοσοφία» έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο. Όταν συνήρθε κάπως και άρχισε ξανά τη συγγραφή, δεύτερο εγκεφαλικό, βαρύτερο, τον ρίχνει στο κρεβάτι.
Ο ίδιος αντιλαμβάνεται το τέλος της επί γης ζωής του και προετοιμάζεται για τη μεγάλη αναχώρηση. Με νεύματα ζήτησε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων και μετά μία ήμερα παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, στις 24 Ιουνίου 1813. Οι συνασκητές του τον έθαψαν στην αυλή της Μονής. Τα λείψανά του αποτεφρώθηκαν από μεγάλη πυρκαγιά του 1822. Ανακηρύχτηκε άγιος και τιμάται στις 24 Ιουνίου, ημέρα της οσιακής κοίμησής του.
Ο άγιος Αθανάσιος σημάδεψε θετικά με την προσωπικότητά του και το έργο του την ταραγμένη εποχή του. Υπήρξε μια σπάνια εκκλησιαστική και πνευματική μορφή, με ακραιφνώς ορθόδοξο και ελληνοπρεπές χαρακτήρα, φωτεινό ορόσημο και παράδειγμα μια μας σήμερα!
ΑΓΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΟΣ Ο ΜΥΡΟΒΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ
Οι Άγιοι της Εκκλησίας μας δεν προέρχονται μόνον από πολιτισμένους λαούς, αλλά και από απολίτιστους και βαρβάρους. Άγιοι επίσης αναδείχτηκαν και μεγάλοι κακούργοι, οι οποίοι μετανόησαν και άλλαξαν ζωή. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και ο άγιος Βάρβαρος ο Μυροβλήτης. Έζησε τον 9 ο αιώνα και καταγόταν από τα μέρη της Αφρικής. Ήταν μεγαλόσωμος, μελαψός στην όψη και θηριώδης στο χαρακτήρα. Προφανώς το θρήσκευμά του ήταν το Ισλάμ, ή η ειδωλολατρία. Από μικρός είχε προσκολληθεί σε μια άγρια πειρατική συμμορία, η οποία έκανε επιδρομές σε παραλιακές περιοχές της μεσογείου, ληστεύοντας, λεηλατώντας και σκορπίζοντας τον τρόμο και το θάνατο, όπου περνούσαν. Συχνά λεηλατούσαν και μέρη της Ελλάδος, κύρια της Ηπείρου και της Δυτικής Στερεάς.
Σε μια από τις εξορμήσεις της συμμορίας βρέθηκαν στο Ξηρόμερο της Ακαρνανίας και ανηφορίζοντας προς το βουνό Περγαντί, λήστευαν, σκότωναν και κατέστρεφαν τα χωριά της περιοχής. Όμως οι Ακαρνάνες, οι οποίοι φημίζονταν για την ανδρεία τους, συνασπίσθηκαν και αντέδρασαν δυναμικά. Τους έστησαν καρτέρι στο χωριό Δραγαμέστο (σημερινό Καραϊσκάκη) , όπου νίκησαν τους πειρατές και τους σκότωσαν όλους, εκτός από έναν, ο οποίος πρόλαβε και τους ξέφυγε και κρύφτηκε σε παρακείμενο αμπέλι. Για πολύ καιρό κρυβόταν στα γύρω απόκρημνα μέρη, ζώντας σαν θηρίο.
Για να ζήσει συνέχισε να κλέβει και να ληστεύει τους κατοίκους, Μάλιστα οι αντίξοες συνθήκες τον έκαμαν πιο αιμοβόρο και αδίστακτο και γι’ αυτό έγινε ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής. Όμως ο Θεός, ο Οποίος γνωρίζει τα βάθη της ψυχής μας, γνώριζε πως μέσα στα κατάβαθα της ψυχής του, έκρυβε σπίθα μετάνοιας και διάθεση σωτηρίας.
Γι’ αυτό τον οδήγησε στον τόπο, όπου πράγματι βρήκε τη σωτηρία. Περιπλανώμενος στα χωριά του Ξηρομέρου, έφτασε το χωριό Τρύφος και στην τοποθεσία Νύσσα, όπου υπήρχε ναός του Αγίου Γεωργίου. Είδε τον ιερέα Ιωάννη Νικοπολίτη να μπαίνει στο ναό να λειτουργήσει και σκέφτηκε ότι ήταν ευκαιρία να τον ληστέψει, και να σκοτώσει τον ιερέα, για να μην τον προδώσει. Αλλά ώσπου να καταστρώσει το σχέδιό του ο ιερέας είχε προχωρήσει στη Θεία Λειτουργία.
Ο βάρβαρος ληστής μπήκε στο ναό, με άγριες διαθέσεις, αλλά εκεί τον περίμενε μια θαυμαστή έκπληξη. Είδε τον ευλαβή λειτουργό να στέκεται μπροστά στην Αγία Τράπεζα, να μην πατά στη γη, να τον λούζει ένα εκτυφλωτικό φως και να του παραστέκουν δύο φωτόμορφοι νεαροί. Μια άρρητη ευωδία είχε πληρώσει το ναό και άγγελοι έψελναν γλυκύτατες μελωδίες! Αλλά η έκπληξη συνεχίστηκε πιο θαυμαστή.
Είδε ουράνια φωτεινά όντα να κατεβάζουν από τον ουρανό ένα χαριτωμένο βρέφος και να το τοποθετούν επάνω σε δίσκο στην Αγία Τράπεζα. Μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων είδε έντρομος τον ιερέα να παίρνει μαχαίρι και να σφάζει το βρέφος και να χύνει το αίμα του σε χρυσό ποτήρι και το σώμα του να το τοποθετεί σε χρυσό δίσκο.
Μετά την Θεία Μετάληψη είδε να ανοίγει η στέγη του ναού και τα ουράνια όντα να μεταφέρουν στον ουρανό ακέραιο το βρέφος! Το θαυμαστό αυτό φαινόμενο τον συντάραξε. Κατάλαβε ότι αυτός ο ελεεινός ληστής αξιώθηκε να γίνει θεατής θεϊκού γεγονότος, προφανώς για τη μεταστροφή και μετάνοιά του. Χωρίς να το σκεφτεί πολύ, πήρε τη μεγάλη απόφαση να μετανοήσει.
Η καρδιά του μαλάκωσε, τα άγρια και αιμοβόρα ένστικτά του ημέρεψαν. Πίστεψε ότι η πίστη των Χριστιανών ήταν η αληθινή πίστη και πως ο ίδιος βρισκόταν σε πλάνη και σε κτηνώδη ζωή. Ώσπου να τελειώσει η Θεία Λειτουργία, αναλογίστηκε την αμαρτωλή ζωή του και άρχισε να κλαίει με γοερούς κλαυθμούς αληθινής μετάνοιας και συντριβής.
Πλησίασε έρποντας προς τον ιερέα, όπου γονατιστός μπροστά του εξομολογήθηκε τα πολλά κρίματά του, διαβεβαιώνοντάς τον ότι θέλει να αλλάξει πορεία ζωής και το σπουδαιότερο να γίνει χριστιανός!
Ο ταπεινός και ευλαβής π. Ιωάννης, του μίλησε με καλοσύνη και απλότητα, διαβεβαιώνοντας τον ότι ο Χριστός δέχεται όλους τους ανθρώπους, ακόμα και τους πλέον αμαρτωλούς, αρκεί να μετανοήσουν ειλικρινά. Πρώτη φορά άκουσε για την αγάπη του Θεού. Τα λόγια του ιερέα τον παρηγόρησαν και μαλάκωσαν τον ταραγμένο ψυχικό του κόσμο. Αφού τον κατήχησε ο π. Ιωάννης, τον βάπτισε και τον ρώτησε πιο όνομα ήθελε να του δώσει.
Εκείνος του είπε: Βάρβαρος, για να του θυμίζει τον παλιό αμαρτωλό του βίο και να βρίσκεται έτσι σε διαρκή μετάνοια. Του χάρισε και μια Αγία Γραφή, η οποία έγινε το αγαπημένο ανάγνωσμα του νεοφώτιστου.
Μάλιστα γνώρισε στον ιερέα ότι ήθελε να γίνει μοναχός και να ζήσει ως ερημίτης. Μετά από αυτό γύριζε από τόπο σε τόπο και φώναζε με όλη τη δύναμη της φωνής του «Είμαι Χριστιανός»! Ανέβαινε στα ψηλώματα και στα βράχια και επαναλάμβανε αυτή τη φράση, να την ακούσουν όλοι! Η γοερή κραυγή του τάραζε την ησυχία της ερημιάς.
Κατοικία του έκανε τις σπηλιές των γύρω βουνών και τροφή του τα αγριόχορτα. Προσευχόταν αδιάκοπα και ξενυχτούσε θρηνώντας για τον πρότερο αμαρτωλό του βίο. Σύντομα φάνηκαν τα σημάδια αγιότητας σ’ αυτόν.
Η φήμη του είχε διαδοθεί στη γύρω περιοχή, όπου έτρεχαν να πάρουν την ευλογία του. Εχθροί του δεν ήταν πλέον οι άνθρωποι, αλλά οι φθονεροί δαίμονες, οι οποίοι του είχαν κηρύξει ανελέητο πόλεμο.
Είχαν εγκατασταθεί μόνιμα πέριξ του σπηλαίου του και δεν τον άφηνα να ησυχάσει, με τους συνεχείς θορύβους, αλαλαγμούς και ουρλιαχτά. Τον απειλούσαν και τον έβριζαν, λέγοντάς του: «γιατί μας καις; Πότε θα σταματήσεις τις προσευχές και τις νηστείες; Γιατί ήρθες εδώ στη έρημο να μας βασανίζεις;».
Ο άγιος συνέχιζε με αδιαφορία τον πνευματικό του αγώνα, καθοδηγούμενος από τον π. Ιωάννη. Μάλιστα για να επιτείνει την ασκητικότητά του φόρεσε βαριές αλυσίδες, τριών πήχεων μάκρος, για να τιμήσει την Αγία Τριάδα. Τις έφερε αδιάκοπα και για έναν άλλο λόγο, να θυμάται πως με αυτές κάποτε έδενε τα αθώα θύματά του, αυτοτιμωρούμενος για τα εγκλήματά του. Ζούσε σαν αγρίμι στα δάση, ντυμένος με κουρέλια χειμώνα καλοκαίρι.
Οι κάτοικοι του Τρύφου πήγαιναν συχνά για να πάρουν την ευχή του και να τον συμβουλευτούν. Τον παρακαλούσαν να εγκατασταθεί στο χωριό, μα εκείνος αρνιόταν κατηγορηματικά. Στο χωριό πήγαινε όταν ήθελε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Στη σπηλιά έζησε τρία χρόνια, όπου καθάρθηκε και έγινε σαν άγγελος του Θεού.
Κάποια στιγμή έλαβε την πληροφορία από το Θεό ότι ήρθε ο καιρός να αφήσει τα εγκόσμια. Μια ουράνια χαρά και αγαλλίαση πλήρωσε την ψυχή του, διότι θα αναχωρούσε για την αιωνιότητα, να συναντήσει το Σωτήρα και Λυτρωτή της ψυχής του.
Ο θάνατός του υπήρξε σημαδιακός. Κάποιο πρωί βγήκε από τη σπηλιά του να συλλέξει χόρτα για το λιτό φαγητό του. Όμως στην περιοχή είχαν μεταβεί κάποιοι κυνηγοί από τη Πρέβεζα, για να κυνηγήσουν θηράματα. Διέκριναν πίσω από τους θάμνους να κινείται κάτι ζωντανό.
Νομίζοντας ότι ήταν κάποιο θήραμα, το τόξευσαν. Όταν όμως πλησίασαν είδαν πως επρόκειτο για άνθρωπο. Ήταν ο όσιος Βάρβαρος, ο οποίος αξιώθηκε να τελειώσει τη ζωή του με τον τρόπο που κάποτε τέλειωνε τα θύματά του! Οι κυνηγοί πήραν το σώμα και πήγαν στο χωριό Τρύφος, να το παραδώσουν στους κατοίκους. Εκείνοι είδαν με έκπληξη ότι ήταν ο άγιος ερημίτης της περιοχής τους. Ήταν 23 Ιουνίου.
Παρέλαβαν το άγιο σκήνωμα και το έθαψαν με τιμές. Από την ίδια στιγμή άρχισαν τα θαύματα. Μια τυφλή γυναίκα, η οποία βασανίζονταν επτά χρόνια θεραπεύτηκε. Πλήθος σωματικών και ψυχικών ασθενών έτρεχαν στον τάφο του αγίου και λάμβαναν τη θεραπεία τους.
Ο τάφος του αγίου έρεε για χρόνια αγιασμένο μύρο, με το οποίο χρίονταν οι πιστοί και θεραπεύονταν από αρρώστιες. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος (14 ος αιώνας) και ο Ιωσήφ Βρυένιος (15 ος αιώνας) μας πληροφορούν πως με το μύρο αυτό έχριαν οι Βούλγαροι τους βαπτιζομένους.
Ο Κων/νος Ακροπολίτης αναφέρει τη θεραπεία της κόρης του από λέπρα. Γι’ αυτό ο άγιος πήρε το όνομα μυροβλύτης. Το λείψανο του αγίου το άρπαξε ο Βενετός αξιωματούχος Σκλαβούνος το 1571 και το μετέφερε στην Ιταλία, όπου εξαφανίστηκε. Πληροφορίες αναφέρουν ότι υπάρχει στο μικρό ιταλικό χωριό San Barbaro (Άγιος Βάρβαρος).
Το ιερό λείψανο είχε την τύχη πλήθος ιερών λειψάνων, τα οποία άρπαζαν οι αιρετικοί παπικοί και τα μετέφεραν στη Δύση, κάνοντας απίστευτες αγοραπωλησίες με αυτά, στους δεισιδαίμονες πιστούς τους. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας χάθηκε και η αλυσίδα του αγίου, όταν οι τούρκοι κατέλαβαν το Ξηρόμερο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 23 Ιουνίου, με επίκεντρο το χωριό Τρύφος Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας, τον ομώνυμο ναό του αγίου, όπου υπάρχει ο τάφος του.
Ο Λάμπρος Κ. Σκόντζος (Συντακτική ομάδα του Mytilenepress) είναι πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών. Έτος αποφοίτησης 1986. Έγγαμος και πατέρας τριών κοριτσιών. Υπηρέτησε στο Υπουργείο Παιδείας στη διοίκηση της Εκπαίδευσης. Υπηρέτησε παράλληλα με τη δημόσια υπηρεσία του για 13 χρόνια στην Εκπαίδευση ως θεολόγος καθηγητής. Γράφει ανελλιπώς εδώ και 25 χρόνια πραγματείες θεολογικού, κοινωνικού, ιστορικού κλπ περιεχομένου. Έχει δημοσιεύσει περισσότερες από 1000 εργασίες.
Τελευταία γράφει κυρίως κατά των αιρέσεων. Από το έτος 1987 είναι συνεργάτης της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Έχει συγγράψει το εορτολογικό αφιέρωμα στην ιστοσελίδα της. Από το 2001 είναι άμεσος συνεργάτης του γραφείου αιρέσεων της Ιεράς Συνόδου. Είναι μέλος της Συνοδικής Επιτροπής επί των Αιρέσεων και μέλος της Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Μελέτης Αρχαιολατρίας – Νεοειδωλολατρίας. Είναι υπεύθυνος του γραφείου αιρέσεων της Ι. Μητροπόλεως Καισαριανής και του αντιαιρετικού σεμιναρίου. Συνεργάζεται με πολλές οργανώσεις, επίσημα έντυπα, εφημερίδες, περιοδικά, ιστοσελίδες.
Επίσης συμμετέχει ως εισηγητής στις κατ’ έτος Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις για θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας. Έχει κληθεί από πάμπολλες ενώσεις και σωματεία ως εισηγητής. Συμμετέχει σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές. Κατά τις μεγάλες εορτές ομιλεί στο ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας. Από το 2021 είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του Mytilenepress.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου